- νηνίατον
- νηνίατονneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
νηνίατον — νηνίατον, τὸ (Α) φρυγικό άσμα, μελωδία η οποία συνοδευόταν με αυλό. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται πιθ. για λ. φρυγικής προέλευσης (πρβλ. τη γλώσσα που παραδίδει ο Ησύχιος νηνίατος νόμος παιδαριώδης και φρύγιον μέλος. Ο τ. νηνίατος έχει διορθωθεί σε… … Dictionary of Greek
NAENIA — I. NAENIA Dea funerum, cui veteres Romani sacellum, auctore Festô, extra portam Viminalem, dedicârunt. Vide Vossium in Etymolog. voce Nenia sic enim scribendum: ut et hîc infra. II. NAENIA an ex sono vocis, quem flentes emittunt: an quod eam… … Hofmann J. Lexicon universale
νηνία — νηνία, ἡ (Α) 1. δημόσιος έπαινος, εγκώμιο ανδρών το οποίο κάποτε συνοδευόταν και από αυλό 2. (κατ επέκτ.) θρήνος. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. αντιστοιχεί με το λατ. nenia «θρήνος, επικήδειο άσμα» και συνδέεται με την λ. νηνίατον*] … Dictionary of Greek